Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

(τὸ παραγγελλόμενον

См. также в других словарях:

  • παραγγελλόμενον — παραγγέλλω pass on aor part mid masc acc sg παραγγέλλω pass on aor part mid neut nom/voc/acc sg παραγγέλλω pass on pres part mp masc acc sg παραγγέλλω pass on pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προνοώ — προνοῶ, έω, ΝΜΑ [νοῶ] δείχνω πρόνοια για κάτι, φροντίζω εκ τών προτέρων (α. «είχε προνοήσει από νωρίς για τις σπουδές τών παιδιών του» β. «οἵ τε γὰρ πατέρες προνοοῡσι τῶν παίδων ὅπως μήποτε αὐτοὺς τἀγαθὰ ἐπιλείψει», Ξεν.) μσν. αρχ. 1.… …   Dictionary of Greek

  • προσνοώ — έω, Α 1. παρατηρώ κάτι ακόμη, κάνω μια επί πλέον παρατήρηση 2. αντιλαμβάνομαι κάποιον («καὶ προσενόησεν αὐτὸν ἐρχόμενον», ΠΔ) 3. έχω συγκεντρωμένη την προσοχή μου σε κάτι, αναμένω κάτι («ἔπειτα δὲ μένοντας ἐν ταῑς τάξεσι τὸ παραγγελλόμενον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»